Skip to content Skip to footer

Το ζήτημα της μερικής εξόφλησης του χρέους και της επίδρασης αυτής στο αξιόποινο του αδικήματος της μη καταβολής χρεών στο Δημόσιο.

Η σπουδαιότητα της υπ’ αριθμόν 20/2021 αθωωτικής απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης έγκειται στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε το ζήτημα της μερικής εξόφλησης του χρέους και της επίδρασης αυτής στο αξιόποινο του αδικήματος της μη καταβολής χρεών στο Δημόσιο. Ως προς την ανωτέρω απόφαση λεκτέα τα ακόλουθα:

Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης κλήθηκε να δικάσει τρεις αυτοτελείς υποθέσεις παράβασης του άρθρου 25 του ν. 1882/1990, τις οποίες ορθώς συνεκδίκασε καθώς και οι τρεις κατηγορούμενοι – ομόρρυθμοι εταίροι διώκονταν καταρχήν για κοινά χρέη που προέκυψαν από την δράση της ομόρρυθμης εταιρίας τους. Συγκεκριμένα, και στους τρεις κατηγορούμενους αποδίδεται η κατηγορία της μη καταβολής χρεών στο Δημόσιο συνολικού ύψους άνω των 200.000 ευρώ σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 1 περ. β΄ του ν. 1882/1990. Ωστόσο, κατά την στιγμή της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο, όπως προέκυψε από τα ενημερωτικά έγγραφα της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., είχε εξοφληθεί το μεγαλύτερο μέρος του χρέους και συγκεκριμένα ο πρώτος κατηγορούμενος από το ποσό των 289.510,52 ευρώ, το οποίο αναφέρεται στο κατηγορητήριο, όφειλε πλέον 31.725,75 ευρώ, η δεύτερη κατηγορουμένη από το συνολικό χρέος των 292.430,81 ευρώ όφειλε πλέον 29.623,45 ευρώ και αντίστοιχα οι οφειλές του τρίτου κατηγορουμένου είχαν μειωθεί στο ποσό των 67.738,24 ευρώ από το συνολικό χρέος των 259.392,73 ευρώ, για το οποίο κατηγορείτο. Ως εκ τούτου η μερική καταβολή εκ μέρους των κατηγορουμένων περιόρισε σημαντικά τα χρέη τους καθιστώντας τα κατώτερα του ποσού των 100.000 ευρώ το οποίο -οριοθετώντας το αξιόποινο της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο- αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος.

Ακολούθως, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης ορθώς οδηγήθηκε σε αθωωτική κρίση των τριών κατηγορουμένων, καθώς η μερική εξόφληση εκ μέρους τους και η επακόλουθη αποκατάσταση της ζημίας του Δημοσίου κατέστησε το υπό δίωξη έγκλημα μη αξιόποινο, αφού οι υπολοιπόμενες οφειλές τυγχάνουν κατώτερες του ποσοτικού κριτηρίου των 100.000 ευρώ και ως εκ τούτου δεν καθίστανται επαρκείς για την τυποποίηση του αδικήματος. Σε διαφορετική περίπτωση το δικαστήριο θα οδηγούταν στο δογματικά άτοπο αποτέλεσμα να καταδικάσει του κατηγορουμένους σε φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών -παρότι απέδωσαν το μεγαλύτερο μέλος της οφειλής αποκαθιστώντας την βλάβη του εννόμου αγαθού- για ένα αδίκημα το αξιολογικό φορτίο του οποίου περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός της οφειλής2.

Το ποινικό δίκαιο αποτελεί το ultimum refugium της έννομης τάξης στον αγώνα της κατά του αδίκου. Η δε κατάχρησή του και η θέση του στις υπηρεσίες του κράτους προς εξυπηρέτηση των εισπρακτικών του επιδιώξεων ελλοχεύουν έντονους κινδύνους για το νομικό μας πολιτισμό. Αν η αρχή της σκοπιμότητας επικρατήσει σε βάρος της αρχής της νομιμότητας στον τομέα της ποινικής καταστολής, θα επέλθει ανεπανόρθωτη τρώση των θεμελίων του ποινικού μας δικαίου. Η υπ’ αρίθμ. 20/2021 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης σταθμίζοντας με νηφαλιότητα την υπό κρίση υπόθεση και λαμβάνοντας σοβαρά υπ’ όψιν της την αρχή της αναλογικότητας οδηγήθηκε σε μια επαινετέα δικαστική κρίση, η οποία ελπίζουμε να τύχει αποδοχής από το μεγαλύτερο μέρος της νομολογίας.

1) Βλ. Παύλου Σ., Η αξιόποινη υπερημερία προς το Δημόσιο (άρθρο 25 Ν. 1882/1990): Η ουσιαστική (ανομιμοποίητη) απαξία του εγκλήματος, τα ανακύπτοντα προβλήματα συρροής προς τα φορολογικά εγκλήματα και ο προφανής κίνδυνος της (ανεπίτρεπτης) διπλής τιμώρησης της ίδιας πράξεως, ΠοινΧρ 2016, σελ. 3 επ.
2) Βλ. αναλυτικά σχετικά με το ζήτημα της μερικής εξόφλησης, Αδάμπα Β., Το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς στο δημόσιο και τρίτους (άρθρο 25 Ν. 1882/1990), 2018, Εκδόσεις Σάκκουλα, σελ. 278-280, όπου παρατίθεται πειστικότατη επιχειρηματολογία υπέρ της εξάλειψης του αξιοποίνου στην περίπτωση που το τελικά οφειλόμενο ποσό υπολείπεται των 100.000 ευρώ.